Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

Εναλλακτική πραγματικότητα



     Μια φορά κι έναν καιρό, στο βασίλειο της Μυροχώρας, όπου όλοι οι κάτοικοι μοσχομύριζαν καθαριότητα και σαπούνι, ήταν ένας βασιλιάς και μια βασίλισσα που δεν μπορούσαν να κάνουν παιδιά. Είχαν προσπαθήσει πάρα πολύ και είχαν δοκιμάσει όλα τα γιατροσόφια που τους είχαν πει, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
     Ο βασιλιάς ήταν πολύ στενοχωρημένος που δεν θα αποκτούσε διάδοχο και όλο κάπνιζε, και το βράδυ, όταν η βασίλισσα κοιμόταν και δεν τον έβλεπε, έκλαιγε και μούσκευε όλα τα μαντήλια του, εκείνα με το βασιλικό μονόγραμμα επάνω. Και η βασίλισσα λυπόταν πολύ που δεν μπορούσε να ευχαριστήσει το βασιλιά της και, επιπλέον, που δε θα είχε και εκείνη μία πριγκηπισσούλα - κατά προτίμηση - να της πλέκει κοτσιδάκια τα μακριά μαλλάκια της. Ώρες ολόκληρες καθόταν η βασίλισσα στο παράθυρό της και παρακαλούσε, πότε τον ήλιο - την ημέρα - πότε το φεγγάρι - τη νύχτα, να της στείλουν ένα παιδάκι. Αλλά και ο ήλιος και το φεγγάρι, είχαν άλλες δουλειές σοβαρότερες να κάνουν.
     Μια μέρα, έτυχε να περνάει από εκείνα τα μέρη μια γριά μάγισσα, που όταν άκουσε το πρόβλημα του βασιλικού ζευγαριού ζήτησε αμέσως να τους δει.
     - Εγώ μπορώ να το λύσω το πρόβλημά σας, είπε στο βασιλιά, αφού γονάτισε και έσκυψε μέχρι που η μακριά της μύτη ακούμπησε στο πάτωμα.
     - Αλήθεια; ρώτησε ο βασιλιάς όλο ελπίδα. Αν με βοηθήσεις και αποκτήσω έναν ωραίο, έξυπνο και δυνατό γιο, θα σε γεμίσω χρυσάφι, της είπε.
     - Να μου δώσεις μονάχα το δαχτυλίδι με τη μεγάλη πέτρα που φοράς στο δάχτυλό σου, του είπε η μάγισσα και έτσι έκλεισε η συμφωνία.
     Η μάγισσα έβγαλε μέσα από το σακούλι της ένα μάτσο με βότανα και είπε στο βασιλιά να πίνει δύο ποτήρια την ημέρα. Ύστερα, έφυγε από το παλάτι λέγοντας ότι θα ξαναγύριζε σε μερικούς μήνες για την πληρωμή της.
     Ο βασιλιάς ξεκίνησε αμέσως τη θεραπεία, αν και τα βότανα της μάγισσας μύριζαν πολύ άσχημα. Έπινε δύο ποτήρια την ημέρα και ύστερα από λίγες βδομάδες - θαύμα! - η βασίλισσα έμεινε έγκυος!
     Πολλοί είπαν ότι ήταν ψέμα, ότι η βασίλισσα είχε απλώς πρήξιμο, αλλά έκαναν λάθος. Η κοιλιά της μεγάλωνε συνέχεια, μέχρι που, εννέα μήνες μετά, γέννησε ένα πανέμορφο αγοράκι. Τότε εμφανίστηκε και η μάγισσα για την αμοιβή της και ο βασιλιάς, όλος χαρά, της χάρισε το δαχτυλίδι του με τη μεγάλη πέτρα.
     Ο μικρός πρίγκηπας ήταν το πιο όμορφο και το πιο έξυπνο παιδάκι που μπορεί κανείς να φανταστεί, και όσο μεγάλωνε γινόταν όλο και πιο όμορφος, όλο και πιο δυνατός, όλο και πιο έξυπνος. Αλλά είχε ένα πρόβλημα: δεν άντεχε τη μυρωδιά του σαπουνιού. Κάθε φορά που τον έκαναν μπάνιο οι βασιλικές καμαριέρες, εκείνος γινόταν κατακόκκινος και έβγαζε σπυράκια.
     Ο βασιλιάς έστειλε να φωνάξουν τη μάγισσα και εκείνη, όταν άκουσε το πρόβλημα, του είπε ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτα καθώς ήταν παρενέργεια από τα βρωμερά βοτάνια που του είχε δώσει για να πιει. Τον συμβούλεψε, δε, να μην ανησυχεί και ότι δεν ήταν και τόσο σημαντικό. Και, εδώ που τα λέμε, δίκιο είχε. Μόνο που ο πρίγκηπας λάτρευε τη μυρωδιά του κρεμμυδιού, του σκόρδου, του κουνουπιδιού, όλες εκείνες τις μυρωδιές, δηλαδή, που οι συνηθισμένοι άνθρωποι δεν αγαπούν ιδιαίτερα.
     Τα χρόνια περνούσαν και ο πρίγκηπας έφτασε σε ηλικία γάμου. Και, καθώς ήταν πολύ ωραίος και δυνατός, όλες οι πριγκήπισσες των γύρω βασιλείων ήθελαν να τον παντρευτούν. Άρχισαν, λοιπόν, οι σύμβουλοι του παλατιού να προξενεύουν στο νεαρό πρίγκηπα τη μία πριγκήπισσα μετά την άλλη. Και ήταν όλες τους πανέμορφες: άλλη κατάξανθη σαν τα καλοκαιρινά στάχυα, άλλη μελαχρινή με παχιές πλεξούδες σαν καραβόσκοινα, άλλη με αγγελική φωνή, όλες ήταν αξιαγάπητες και ο πρίγκηπας δεν ήξερε ποια να πρωτοδιαλέξει.
     Όμως, υπήρχε ένα πρόβλημα: μόλις ο πρίγκηπας δεχόταν να δει μια πριγκήπισσα και βρισκόταν μαζί της στο βασιλικό σαλόνι, με το που η πριγκήπισσα πλησίαζε λίγο πιο κοντά του, εκείνος έκανε "πιφ", σηκωνόταν και έφευγε.
     - Δεν την μπορώ, έλεγε στους συμβούλους, αυτή βρωμάει!
     - Μα, μεγαλειότατε, ίσα-ίσα που μοσχοβολάει σα γιασεμί!
     - Αποκλείεται να την παντρευτώ, δεν την αντέχω! Φέρτε μου την επόμενη!
     Ερχόταν η επόμενη πριγκήπισσα την επόμενη μέρα, κάθονταν στο βασιλικό σαλόνι, έσκυβε η πριγκήπισσα κάτι να του πει πιο εμπιστευτικό, "πιφ" έκανε εκείνος και εξαφανιζόταν.
     - Τι μου τη φέρατε αυτήν την πριγκήπισσα; ρωτούσε εκνευρισμένος. Βρωμάει από ένα χιλιόμετρο μακριά.
     - Μα, μεγαλειότατε, μυρίζει σαν κανέλλα!
     - Δε θέλω να ακούσω τίποτα, να φύγει! έλεγε εκείνος.
     Και η παρέλαση των υποψήφιων πριγκηπισσών συνεχιζόταν.
     Ήταν και μια πριγκήπισσα που, μόλις είδε τον πρίγκηπα μπροστά της στο βασιλικό σαλόνι, τον ερωτεύτηκε τόσο, που όταν της είπαν ύστερα ότι ο πρίγκηπας την είχε απορρίψει, πήγε να πεθάνει από τον καημό της.
     - Μην στενοχωριέσαι, της έλεγε η μητέρα της, δε χάθηκε ο κόσμος. Υπάρχουν και άλλοι πολλοί πρίγκηπες. Θα σου βρούμε έναν ακόμα καλύτερο.
     - Εγώ δε θέλω άλλον, αυτόν θέλω! έλεγε και έκλαιγε η πριγκήπισσα.
     Μάταια προσπάθησαν να την κάνουν να αλλάξει γνώμη. Εκείνη είχε αποφασίσει να τον παντρευτεί, ο κόσμος να χαλούσε. Έτσι, έβαλε έναν άνθρωπό της στο παλάτι να μάθει γιατί είχε απορριφθεί και όταν έμαθε την ιδιαιτερότητα του πρίγκηπα, πήρε μια μεγάλη απόφαση.
     - Δε θα πλυθώ απόψε, είπε στην πριγκηπική της καμαριέρα. Και φέρε μου κρεμμύδια, πολλά κρεμμύδια!
     Η καμαριέρα έφερε τα κρεμμύδια, και η πριγκήπισσα τα πήρε και τρίφτηκε με αυτά.
     - Και τώρα, οδηγήστε με ξανά στον πρίγκηπα! είπε.
     Ο πρίγκηπας θεώρησε περίεργο να ξαναδεί μια πριγκήπισσα που είχε απορρίψει, αλλά της έδωσε μια ευκαιρία ακόμη. Έτσι, όταν βρέθηκαν οι δυο τους στο βασιλικό σαλόνι, προσπάθησε να είναι ευγενικός. Όταν, όμως, πάλι τον πλησίασε λίγο η πριγκήπισσα, πάλι εκείνος έκανε "πιφ".
     Η πριγκήπισσα γύρισε στο παλάτι στενοχωρημένη, αλλά αποφασισμένη για μεγαλύτερες θυσίες.
     - Ούτε απόψε θα πλυθώ, είπε στην πριγκηπική της καμαριέρα, που την κοιτούσε λίγο περίεργα. Και φέρε μου σκόρδα, πολλά σκόρδα!
     Έτσι και έκανε η καμαριέρα, και η πριγκήπισσα τρίφτηκε και με τα σκόρδα. Και πάλι πήγε στον πρίγκηπα, και πάλι εκείνος έκανε "πιφ", ύστερα από λίγο.
     - Μην επιμένεις, της είπε, να προσπαθείς, το ξέρω, είμαι λίγο περίεργος, αλλά δεν μπορείς να κερδίσεις μια θέση στην καρδιά μου. Εντάξει, μυρίζεις λίγο καλύτερα τώρα, αλλά και πάλι δεν την αντέχω τη μυρωδιά σου. Επιπλέον, εγώ θέλω μια γυναίκα χοντρή, και εσύ είσαι πολύ αδύνατη. Πώς θα σταθείς πλάι μου; Λυπάμαι, μην επιμένεις.
     Και έφυγε από το βασιλικό σαλόνι. Όμως, δεν ήξερε με τι επίμονη πριγκήπισσα τα είχε βάλει.
     Εκείνο το βράδυ, η πριγκήπισσα έκανε νέα ανακοίνωση.
     - Δε θα πλυθώ ποτέ ξανά, είπε στην καμαριέρα της. Και φέρε μου φαγητό, πολύ φαγητό!
     Έτσι κι έγινε, και η πριγκήπισσα χόντρυνε πολύ και έγινε στρογγυλή σα μία μπάλα. Επίσης, σταμάτησε να πλένεται και άρχισε σιγά-σιγά να μυρίζει σα βρωμερό βοτάνι. Όταν, λοιπόν, έγινε όσο πιο χοντρή και όσο πιο βρωμερή μπορούσε να γίνει, ζήτησε και πάλι ακρόαση από τον πρίγκηπα. Και εκείνος, που ακόμη δεν είχε βρει την εκλεκτή της καρδιάς του, αποφάσισε να τη δεχτεί για μια τελευταία φορά.
     Και πήγε η πριγκήπισσα στο παλάτι και όλοι έκαναν μεγάλο χώρο να περάσει, και όχι μόνο από σεβασμό. Και μόλις μπήκε η πριγκήπισσα στο σαλόνι και την είδε ο πρίγκηπας, στρογγυλή-στρογγυλή σαν κεφάλι γραβιέρας, κάτι σκίρτησε μέσα του. Και όταν έσκυψε προς το μέρος του, τάχα να ισιώσει τις πιέτες του φορέματός της, τότε ήταν που ο πρίγκηπας την αγάπησε.
     - Αυτή είναι η γυναίκα που θα παντρευτώ, είπε, και όλοι δόξασαν το Θεό που βρέθηκε επιτέλους η νύφη.
     Οι γάμοι έγιναν γρήγορα και στο τραπέζι του γάμου σερβιρίστηκε άφθονο κουνουπίδι και κρεμμυδόσουπα, και είχαν και τζατζίκι για ορεκτικό.
     Και έζησαν όλοι καλά και εμείς καλύτερα. Κι αν αναρωτηθεί κανείς πώς μου ήρθε αυτό το παραμύθι, είναι επειδή σήμερα στο μετρό συνάντησα μια τέτοια πριγκήπισσα ακριβώς. Και εμφανισιακά και οσφρητικά. Δύο στα δύο. Τον πρίγκηπα μόνο δεν είδα, αλλά ας υποθέσουμε ότι την περίμενε κάπου στον Άγιο Ιωάννη, αφού εκεί κατέβηκε. Να θυμηθώ να του ανάψω ένα κεράκι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

To comment or not to comment? That is the question